Κυριακή 18 Μαρτίου 2018



ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ  ΚΑΙ  ΛΥΡΙΚΗ  ΠΟΙΗΣΗ              


 


΄΄Σάρκες κόκαλα και αίμα δε νομίζω ότι είμαι εγώ, καθώς Πνεύμα είμαι, Πνεύμα………)


 


 


Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ




Το δάσος ήτανε μακρύ ,                                                                     

μακρύ ,πυκνό και μαύρο




Η αγριάδα και η ομορφιά

σιμά μου προχωρούσε

μέσα στο δάσος το μακρύ

μακρύ και μαγεμένο ,

με φώναζαν - και δίκαια -

βασιλιά από άκρη σε άκρη.



Μα και οι Βασιλιάδες έμαθα

ποτέ δεν τα χουν όλα



Εγώ ο μεγάλος και τρανός

των ζώων βασιλεύς

μονάχος επροχώραγα,



Μονάχος , μες το δάσος….







ΨΗΛΑ




Ζούσα ψηλά, πολύ ψηλά,

τόσο ψηλά φοβόσουν,

φοβήθηκα ο έρμος ,ο καλός,

και κάτω κατεβαίνω.



Κάτω χαμηλά, πολύ χαμηλά,

καθόμουν και κοιτούσα,

κοιτούσα μα λίγο έβλεπα,

κοιτούσα  και αναπολούσα

την όραση  να χα από ψηλά

που στ ΑΠΕΙΡΟ χανόσουν.



Μα ο καιρός με κούρασε

-δεν ήθελα να φύγω-

 συνήθισα χαμηλά και λίγο πια να βλέπω,

συνήθισα πολλά και αλλά πολλά ,

το άδικο και το άσχημο δε με απωθούσαν άλλο.



Μέσα στις έγνοιες τις πολλές!

Ψηλά  πια δεν κοιτάω ,

τα υλικά τα αγαθό σκοπό  μου τα έχω κάνει.



Μα μες στον βαθύ τον υλισμό


αβάσταχτος ο πόνος,

ο πόνος να είσαι χαμηλά

και πάνω να μη βλέπεις.







ΚΛΟΥΒΙΑ




Τα σίδερα και τα κλουβιά

δεν φτιάχτηκαν για Άντρες




Σαν το πουλί πετά ψηλά

σαν τίγρη κυνηγάει

σαν ψάρι στον Ωκεανό ευχάριστα γλιστράει.



Χιλιάδες χρόνια αλλάξανε τον άντρα το ζωώδη,

μα όσα και αν περάσουνε ποτέ δεν θα αλλάξει,

μες στην καρδιά του εκεί βαθιά,

πάντα θα αλυχτάει

και απ τα ασημένια τα κλουβιά, 


λοξά κρυφοκοιτάει!






Η ΕΝΟΤΗΤΑ  (1)



΄΄Γεια σας΄΄ τους λέω φίλοι μου

κανείς δε με κοιτάζει,

οι άνθρωποι χωρίστηκαν

 σε χίλιες δυο ομάδες.



ΝΟΥ με τα  χίλια τα καλά

μυαλό ευλογημένο

στον άνθρωπο υπενθύμιζε

πως και η καρδιά υπάρχει.



Ποτέ να μην ξεχνάει


πως είναι με το κάθε ΟΝ

κύτταρα  στο ίδιο σώμα.



Αδέρφια μου αθάνατα,

Αδέρφια μου να ζείτε,

στον άνθρωπο υποδείξετε

 πως όλοι ΕΝΑ ΕΙΝΑΙ

και να ‘ρθει η Ενότητα, η Τρισευλογημένη !!!





ΕΙΡΗΝΗ




Η ομορφιά και η αρχοντιά,

η θάλασσα και ο ήλιος,

σιμά - σιμά πηγαίνανε στο θεϊκό το θρόνο.



Πολλά δε θα ζητούσανε

ένα , μονάχα ΕΝΑ!



ΕΙΡΗΝΗ πολυπόθητη

ειρήνη παγκοσμίως

ειρήνη σ όλους τους Υιούς

του Αιώνιου ΠΑΤΕΡΑ.






Η ΑΛΗΘΕΙΑ




Η Γη γυρνάει μόνη της

η παίρνει και βοήθεια;



μα να, χτυπάει μόνη της

μονάκριβη, η Αιώνια Αλήθεια.



Το θεικο το φύσημα

από την πρώτη μέρα

σε κίνηση την έβαλε

για να ΄βρει την Αλήθεια



Σβούρες πολλές και αν έκανε

και άλλες πολλές θα κάνει

γιατί η Αλήθεια αν και κοντά

όλοι μακριά τη ψάχνουν.



Είναι κοντά, πολύ κοντά

βαθιά μες στην καρδιά μας

ασύνειδα χτυπάει πολύ,

συνειδητά καμία!



Και το μεγάλο μυστικό κρυμμένο παραμένει…….





 

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ




Όλες σιμά καθότανε

στο θρόνο του κοντά,

Ψυχές μεγάλες φωτεινές

παιδιά, του ΕΝΟΣ Πατέρα



Μα από την Αγάπη του

και από την Στοργή του

βαριά απόφαση έβγαλε , ο θεϊκός ΠΑΤΕΡΑΣ



Σε ύλη να μπλεχτούνε

και μαύρα σκοτάδια και πυκνά

να είναι η παρέα

του καθενός απ΄ τα παιδιά του στοργικού ΠΑΤΕΡΑ



Συμπαντικό μυστήριο!!!

χωρίς αρχή και τέλος

παρά μονάχα ευσπλαχνικούς

καλοσυνάτους Νόμους,

που δείχνουνε μέσα στη βαριά

της ύλης περιβάλλον

το μονοπάτι το μακρύ, που κάθε ένα παιδί

μονάχο του πρέπει να βρει

και πίσω  να επιστρέψει

ΟΧΙ παιδί, άλλα ώριμη

ΕΛΕΥΘΕΡΗ Ψυχή.





 ΟΙ ΦΩΝΕΣ




Ήμουν βράδυ στη βεράντα

μια βραδιά μελαγχολική

και χτυπούσαν σαν καμπάνα

οι φωνές μες στη Σιωπή.



Μου ελέγαν πάλι και πάλι

΄΄Γιάννη κοίτα πιο μπροστά΄΄

ρίξε εμπρός ματιά μεγάλη,

που να βοηθάει τη στενομυαλιά



Ξεχνά εγωισμό και ίδια!

ξέχνα κτήματα και λεφτά

και ξεχύσου στα σανίδια

του θεάτρου της Ζωής



ΟΧΙ για εγωιστικά παιχνίδια,

μα για ΑΓΑΠΗ Αληθινή





 

ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ




Μες στα αστέρια που κοιτάω

ξενυχτάει η καρδιά,

και για ύπνο δεν πηγαίνει

είναι απόλαυση βαθιά,

να κοιτάζεις το καθένα

μακριά στον ουρανό,

και όσο τόσο το κοιτάζεις

πιο κοντά έρχεται αυτό!



Έρχεται στη μαύρη νύχτα

να μου πει το μυστικό,

που κρατεί βαθιά η νύχτα

και ο Πανάγαθος Θεός.



Μου το λέει και θαμπώνουν

τα άστρα τα πιο μακρινά

και ο ουρανός κοντεύει

να μπει μέσα στην καρδιά,

γιατί άκουσε και αυτός

το μεγάλο μυστικό,



πως βαθιά μες στις καρδιές μας

κρύβεται όλος ο Θεός.





 ΑΔΥΝΑΜΙΑ



Θέλω -θέλω μα δεν κάνω

αυτό που θέλω και μπορώ,

μα πηγαίνω και το φτιάχνω

εκείνο που δεν επιζητώ.



Ζητάω από το θεό βοήθεια

να μου ΄΄γιατί΄΄ και ΄΄πως΄΄΄



Και μου απαντά πως ήρθα

πάνω στην ώρα

γιατί τώρα ΑΥΤΟΣ 

θα μου πει αυτό που θέλω

και δεν άκουγα ο κουφός.



Μα μου λέει μονάχα ένα

και είναι λίγο πιστεύω αυτό,

μα ο χρόνος θα το δείξει



Γιατί η ΑΓΑΠΗ είναι λέει



Ο μοναδικός τροχός

και το πάθος το πατάει

που είναι ατέλειωτος εχθρός.





 

Η  ΑΓΑΠΗ




Σας μιλώ για την Αγάπη,

μα δεν ξέρω τι να πω,

γιατί όλες μου οι σκέψεις

σβήνουν…..μπρος στο μέγεθος Αυτό.



Δε σας λέω για Αγάπη

που είναι πρώτα ερωτική ,

που μετά γίνεται φιλία,

πιο μετά είναι γονική ,

και ύστερα είναι μια συνήθεια

που ενώνει δυο Ψυχές…..



Σας μιλώ για την ΜΙΑ ΑΓΑΠΗ

τώρα που οι λέξεις είναι μικρές

να την περιγράψουν ΟΧΙ Τώρα,

μα ίσως και ΠΟΤΕ, ΠΟΤΕΣ !



Μακάριος ο άνθρωπος εκείνος

που έχει μέσα του τέτοια ΑΓΑΠΗ,

είναι ο κόσμος όλος δικός του

και το Σύμπαν σπιτικό του



Μα ακόμα πιο γενναίος

είναι εκείνος ο καλός

που σε κάθε πράξη, πάντα δείχνει

πως είναι Αιώνιος ΥΙΟΣ.






Η ΜΑΧΗ




Ήτανε μεγάλη μάχη,

την κοιτούσανε πολλοί,

εχτυπιόταν η φαντασία

με τη θέληση μαζί.



Εχυνότανε το αίμα,

κόκκινο και αχνιστό,

μια κερδούσε η φαντασία

μια η θέληση θαρρώ.



Ήταν Όνειρο μεγάλο

μα έγινε πραγματικό!!!



Γιατί πολέμησα μαζί τους

για πολύ, πολύ καιρό.



 

Η ΔΥΝΑΜΗ




Ο αέρας τριγυρνούσε

στον απέραντο ουρανό

και έλεγε όλο τραγούδια ,

όπως έλεγα και ΄γω

όταν ήμουνα μονάχος

και πετούσα σαν πουλί,

μέσα από βουνά και δέντρα

πάνω από όρη και δρυμούς.



Ήταν όμορφα και ωραία

τα  ταξίδια του Ουρανού,

μα τελειώσανε και ΄φυγαν

σαν μικρούς συλλογισμούς.



Ζητώ συγνώμη, απ τους ανθρώπους!

Ζητώ συγνώμη, απ τους ΘΕΟΥΣ!

που δεν άντεξα ως το τέλος

τη σκληρή τη δοκιμή

και αποτίναξα από πάνω

το φορτίο το βαρύ.



Είχα δύναμη μεγάλη

και την έδωσα ο μικρός 
να την φάνε τα σκουλήκια και ο μαύρος οχετός , 


ενώ μπορούσα να την δώσω

για να σώσω Αδερφούς,

από την μαύρη την ομίχλη ,

που κρατάει τους θνητούς.



 


Ο ΤΡΟΜΕΡΟΣ




Η παρέα μαζεμένη γύρω -γύρω απ τη φωτιά ,

προσπαθούσε μαγεμένη να βρει Φως  παρηγοριάς.



Είχαμε μεγάλο πάθος, να βρούμε άκρη και αρχή

μα πηγαίνοντας πιο μέσα , στην Αιώνια την ΑΡΧΗ,

τόσο βλέπαμε μπροστά , κούραση και έκπληξη μαζί!



Ήμασταν μικροί ακόμα, στου πελάγου τη Ζωή 

θέλει κόπους και βασάνους η ανιδιοτελή Ζωή.



Ένας μόνο πετυχαίνει και είναι ΄κείνος ΤΡΟΜΕΡΟΣ

γιατί ξέρει τι ζητάει, και το απαιτεί ,ορθώς.



Παρατάει τα βρόμικα πάθη,

και περπατάει Αγνός Γυμνός,

με μόνο όπλο την αλήθεια

που τη δίνει  ο εσωτερικός Θεός!









Η ΕΝΟΤΗΤΑ (2)



Προχωράμε κάθε μέρα

στη καθημερινή ζωή….



Προχωράμε και πατάμε

στην αγνή, αιώνια γη,

που  εκεί θα ξαναπάμε

πολλές φορές ακόμα

πριν δούμε τη ΜΙΑ ΖΩΗ.



Χαμογέλα , χαμογέλα ,

είσαι ο Μοναδικός,

σαν και σένα δεν υπάρχει

άλλος ίδιος  αδερφός.



Ένα όμως, μόνο ένα,

να θυμάσαι για καλά :

΄΄ότι είσαι με όλους ΕΝΑ

 στου ΠΑΤΡΟΣ την αγκαλιά΄΄

που είναι τότε ευτυχισμένος

όταν και ο τελευταίος υιός

επιστρέψει  στην οικία

που έχει ετοιμάσει ΑΥΤΟΣ.





 

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ




Βάλε όρκο!

Βάλε δάκρυ!

Βάλε δυνατή φωνή!



Μα προσπάθησε ποτέ σου

τη στοργή τη Πατρική

να μην την επροδώσεις,

ακόμα όταν κι όλη η ζωή σου

είναι μαύρη και φριχτή.



Κράτησε ψηλά το νου σου

μακριά από τη φυλακή

της θνητής σου της ζωής,

και είθε να ΄ναι η τελευταία

μέσα  εις τη καταχνιά.



Η επόμενη  ας λάμπει ,

όπως μετά τη βροχή

βγαίνει ο ήλιος και σκορπάει

τις ακτίνες με ορμή.





  Ο ΠΑΓΟΣ



Είχε παγώσει η καρδιά μου,

δεν ηχούσε δυνατά,

χωρίς δύναμη μονάχα

εχτυπούσε  ρυθμικά.



Κάποτε , ήτανε γεμάτη

με πάθος για Αγάπη και Ομορφιά,

μα περάσανε τα χρόνια ,

και μου φύγαν μακριά.



Παγωμένο  είναι το αίμα,

κι ας χτυπάει ρυθμικά

χωρίς δύναμη και φλέγμα

να την εκρατούν ζεστά.



Μα δεν έχει πάνω από όλα

την  ΑΓΑΠΗ, την αγνή

που κυριαρχούσε πάντα

την περηφάνια την οργή.



Κρύσταλλα έχει μαζέψει

η φωλιά  η θεϊκή

και η Ψυχή πια δεν χτυπάει

με την σιωπηλή  φωνή .



Μα να! που τώρα ζωντανεύει ,

τρέχει το αίμα πιο γοργά

και η θέρμη της Αγάπης

την παγωνιά κατανικά.







ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ




Οι νότες ακουγόταν απαλά  μες στο σκοτάδι

και ο Νους ταξιδεύει, βαθιά μέσα στο λιβάδι,



Πάω πέρα, παραπέρα

και από κει πιο παραπέρα,

και το χάραμα με βρίσκει

πάνω σε Άτι φοβερό,

είναι ένα με τον Ήλιο

και το χρώμα πολικό.



Καβαλάω και πηγαίνω

με τις νότες αγκαλιά

να βρω τον Ήλιο που δε φθίνει

και το Αθάνατο νερό.



Ξυπνώ και είμαι ταραγμένος

από το όνειρο θαρρώ,

μα το στόμα είναι βρεγμένο

απ΄ το Αθάνατο Νερό.







Η ΕΠΙΚΡΙΣΗ




Ήταν βαθιά μες το χειμώνα

και ο Ήλιος με χτυπά,

Να….. ! η φύση φτερουγίζει

ξυπνώντας κάθε ομορφιά.



Ήταν φοβερή ημέρα,

όλο δύναμη και φως,

και κοιτούσα με ηρεμία

ένα θαύμα του φωτός.



Μα ήρθε με αδημονία

η επίκριση γοργά,

που φώλιασε μέσα στη καρδιά μου

και το θαύμα το χαλά



Ήσουνα μικρή καρδιά  μου

να δεχτείς αυτό το ΦΩΣ

και δεν άντεξες αλήθεια

να είσαι πάντοτε σωστός ;



Μα έχεις τώρα μετανιώσει

και όπως πάντα είναι αργά,

μα για όλα ξέρω υπάρχει

μια …επόμενη φορά





Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ




Ήτανε μέρα του Μαγιού ,

μέρα θεοφτιαγμένη,

οι ακτίνες του Ήλιου έλουζαν

με δύναμη την πλάση



Μα ήρθε ο χάρος γρήγορα

το θαύμα να χαλάσει

και να ζητήσει μερτικό

απ΄ τη μαγεία ταύτη



Τα πάντα εσκοτείνιασαν,

διαλύθηκε η πλάση

κι ο χάρος ψάχνει για να βρει

ψυχή για να χορτάσει.



Φύγε μακριά μου Χάροντα

γιατί θα μετανιώσεις

εμένα δε φοβίζουνε

τα μαύρα τα κουφάρια.



Ο  Χάρος δεν πτοήθηκε και όρμησε για μάχη,

ο χρόνος εσταμάτησε ξάφνου μες στο λιβάδι

και τα χτυπήματα ακούς…

βαθιά μες στο σκοτάδι.



Ο Χάροντας εσκότωσε το γενναίο παλικάρι,

μα  Εκείνο του εφώναξε πως τίποτα δεν τέλειωσε!

και θα τα ξαναπούνε , πάλι στην άλλη τη ζωή

όταν ξαναβρεθούνε.



 

Ο ΗΛΙΟΣ




Ήλιε! Ήλιε φοβερέ!

Ήλιε μου θεέ, μια λάμψη,

που δεν έσβησε ποτέ!



Άνθρωποι μικροί και μόνοι

δεν κοιτούνε πια ψηλά,

μια ο ήλιος τους ζαλίζει!

μια το θάνατο τραβά!



Μα εκείνος μας φωτίζει ,

δίχως διάκριση θαρρώ,

και αν κάπου –κάπου μας ζαλίζει

το φτωχό μας το μυαλό

πλούσιοι-φτωχοί είναι ΕΝΑ

για τον Ήλιο από ψηλά.



Τώρα εδώ στα χαμηλά,

τη ζωή μας κυβερνά,

και την ύπαρξη κρατάει

ζωντανή, να αναζητά.





Ο ΧΑΡΟΣ




Ο Χάροντας Αθάνατος

πάντοτε θα πλανιέται,

πάνω απ τη θνητή μορφή

του καθενός ανθρώπου.



Είναι πικρός και άσχημος,

με μαύρα τυλιγμένος,

και όπου περνά ξεχύνεται

ο φόβος στον Αιθέρα.



Μα έγνοια σου βρε Χάροντα,

και ΄γω δε σε φοβάμαι,

είμαι Αθάνατη Εγώ,

η Αιώνια ΨΥΧΗ!

που Φως σκορπώ μες το μυαλό

των αμαθών ανθρώπων,

πως είσαι ΄συ περαστικός

και πάλι θα υπάρξουν,

μες στις μορφές τις πρόσκαιρες

που λίγο τις κρατάνε.



Γιατί είναι η Αυταπάτη τους

αυτή που τους ξεγελάει,

και σε κοιτούνε οι μωροί

με δέος και φοβούνται,

πως είναι ο χρόνος τους μικρός

και δεν θα ξαναρθούνε!!!



Μα είναι ο χρόνος σχετικός

συχνά τους το φωνάζω,

για να είναι την ύστατη στιγμή

ατρόμητοι μπροστά σου

μια και η ψυχή είναι αθάνατη

και τέλος, δεν φοβάται.





ΦΩΤΙΑ



Στάχτη, Φωτιά και θάνατος


ζώνουνε τη ζωή μας

φωτιά μεγάλη φοβερή καίει τα σπιτικά μας

καίει τα δέντρα, τα σπαρτά,

καίει και την καρδιά μας



Σταματά εκεί που ΄σαι φωτιά,

φτάνει πόσο έχεις κάψει,

δεν βλέπεις πόνο και κακό

παντού που έχεις σκορπίσει



΄΄Δεν σταματάω Άνθρωπε,

εγώ δεν σε ακούω,

έχω μεγάλη προσταγή

που πρέπει να υπακούσω.



Κοίτα από πίσω που έρχεται

μήπως και καταλάβεις,

βλέπεις Ζωή! βλέπεις Νερό!

βλέπεις Δημιουργία!

αυτά θα ΄ρθούνε ύστερα όταν θα έχω φύγει

γιατί ήρθα μόνο μια στιγμή τα πάντα να εξαγνίσω.



Άσε με Άνθρωπε μικρέ!

το έργο μου να κάνω

γιατί θα γίνει, θες δε θες

και είναι για το καλό σου!





Ο ΚΥΚΛΟΣ



Όλα πήγαιναν όμορφα


και αρμονικά κυλούσαν

σχέσεις προσωπικές-κοινωνικές

με χάρη ταιριασμένες

γέλια σκορπούσαν ολόγυρα,

χαρά στα πρόσωπα μας.



Μα ο πόνος έτρεμε βαρύς

να δέσει την κάρδια μου,

η Ελευθερία  χάθηκε και μαύρισε η χαρά μου.



Καλά μου ΄λεγαν οι παλιοί

πως είναι το γέλιο δίκοπο και κοφτερό μαχαίρι,

καλά μου λεγαν οι παλιοί  πως όλα κύκλους κάνουν.



Μα ΄γω δεν τους επίστεψα και τους περιγελούσα,

μέχρι που ήρθε η στιγμή τα λάθη να πληρώσω,

και αναρωτιόμουν σκεπτικός τι λάθος έχω κάνει



Μην είναι η χαρά  ατόπημα και το ΄χα παρακάνει



Αναρωτιόμουν ο άγουρος που λάθος είχα κάνει

και προσοχή δεν έδωσα  σε κείνο το στεφάνι,

που κατά σύμπτωση θαρρώ φορούσε και Εκείνος

που τώρα μου εμίλαγε, χωρίς φωνή να ακούω….



Πως όλα κύκλο  κάνουνε , χαρά μαζί και πόνος

και στο καθένα απ αυτά μοναδικός ο τόνος

που δίνουνε στη κάθε μια ζωή,

αν δεν ξεχνάς  πώς να αποκτάς όμορφες εμπειρίες,

που αργά η γρήγορα δίνουνε ,Σοφία που θα σώσει,

και από το λιμάνι το ασφαλές

τους Κύκλους θα τους διώξει.





ΤΟ ΚΕΝΟ




Πίσω στα χρόνια τα παλιά

όλα γλυκά κυλούσαν,

αρμονικά και αληθινά ήτανε το καθένα,

με βάθος δυνατά πολύ ήτανε δεμένα.



Σχέσεις ανθρώπινες, καλές, ήτανε το συνήθες

και η κάθε λέξη άκουγε το γνήσιο νόημα της.



Μα να που τώρα στα κοντά, ρηχά έχουν ξεκοίλει

και η υποκρισία μας χτυπά και μας διπλογονατίζει.



Βασίλεψε ο Ήλιος της Ζωής για λίγο στα πελάγη

και σκότος έπεσε βαρύ πάνω απ το κεφάλι.



Νιώθεις …ετούτο το κενό που τώρα  κυριεύει

πλούσιους, νέους, δυνατούς

που πια δεν περπατάνε με το κεφάλι τους ψηλά

μα, χάμω κυνηγάνε  να βρουν τη μέθη της ζωής

και να χαμογελάνε.



Ειρήνη, Αγάπη και Χαρά

ψάχνουν το μερτικό τους ,ΟΧΙ τώρα, αλλά αβασίλευτα

πάνω απ το σπιτικό τους.



Άνοιξε την πόρτα της καρδιάς,

διώξε υποκρισία, διώξε το κάθε τι βαρύ

που σε καταπιέζει,

για να γεμίσει το κενό, με Αθάνατη ΣΟΦΙΑ.

 


 ΤΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ




Τα Έργα τα Αθάνατα

κάποιοι  τα έχουν χτίσει

που ήταν άνθρωποι ανοιχτοί

και βλέπαν την ουσία.



Στην Γη ετούτη που πατώ,

την ταλαιπωρημένη

αίμα  εχύθηκε πολύ,

ζεστό, που ΄χει στεγνώσει,

μα τα μνημεία τρομερά

μένουνε και φωτίζουν

κάποια πτυχή μας σκοτεινή,

που θέλει να θαυμάζει!



Το Ανθρώπινο Βασίλειο  τα αλλά έχει σκιάσει,

που είναι οι Νεράιδες , τα ξωτικά,

που έχουμε διαβάσει

που είναι το πνεύμα του βουνού

που φώλιαζαν τα δάση



Μήπως μας ΄μειναν ζωντανά,

να τριγυρνάν κοπαδιαστά,

στην καθαρή την πλάση



Είναι η σύγχρονη εποχή που όλα τα αλλάζει,

υπεύθυνη  για τη βρωμιά, που αφήνει κατακάθι

και το μυαλό μας δεν ζητά έργα για να θαυμάσει

από βασίλεια κοντινά, που πάει να ξεχάσει…..



Μα το αθάνατο ΚΑΛΟ ποτέ δεν μας ξεχνάει,

και κυνηγάει το ΚΑΚΟ απ όσους προσπαθούνε,

τη Γη μας τη μοναδική Σοφή να ξαναδούνε



Με Νέα θαύματα πολλά

που λάμψη θα σκορπούνε!



 



ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ




Η Αρμονία δυνατή,

κρατούσε τα ουράνια

δεμένα  σε άσπαστη ΣΙΩΠΗ

και δόξαζε το Σύμπαν.



Υπήρχε όμως ένας μικρός

πανέμορφος Πλανήτης,

που κάθε λύγο έστελνε

μηνύματα αγωνίας.



Η Γη πονούσε φοβερά,

και φώναζε βοήθεια,

μια και οι άνθρωπο χανόντουσαν,

και αυτή την παρασέρναν,

σε Χάος και Άδη  τρομερό

σε πόλεμο με ΑΔΕΡΦΙΑ…



Αίμα-Αίμα αχνιστό,

έσταζε στο φλοιό της,

φωνές και οδύνες άκουγες

όπου και αν κοιτούσες,

δάκρυα καυτά χαράζανε

τους ευαίσθητους ανθρώπους

μια και οβίδες πέφτανε και κόβανε τις σάρκες,

σάρκες αθώων και παιδιών που είχανε ξεχάσει

πως είναι να ΄σαι ζωντανός, όλο χαρά και σφρίγος.



Η ειρήνη η πολυπόθητη

είχε μακριά τους φύγει,

γιατί είναι πάντα λογικοί οι λόγοι του Πολέμου.



Είναι κι εκείνοι οι Πολιτικοί,

άνθρωποι ή ανθρωπάκια

πάντοτε ολιγόψυχοι,

πάντοτε δειλιασμένοι

μην χάσουνε τη θέση τους , πάνω απ το κοπάδι.



Που είσαι ΔΙΑ και ΟΥΡΑΝΕ

που είσαι μεγάλε ΗΛΙΕ

φτάνουν οι μάχες των θνητών, και άβουλων ανθρώπων.



Είναι το μίσος το σκληρό

μεγάλη αμαρτία,

άνθρωποι  άκαρδοι πολλοί

σε θέσεις εξουσίας

που έχουνε ξεχάσει Αγάπη  τι θα πει.


Τους λείπει η γενναιότητα μαζί και η ανδρεία,

Όχι στις μάχης τη βουή

μα στις Ψυχής  τη μνεία!

που πολεμά ακατάπαυστα με όπλο την ΑΓΑΠΗ

με όπλο θέληση ΚΑΛΗ για Ειρήνη και Αρμονία.





ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ 




Ήτανε σιωπή  μεγάλη…

δεν ακούγονταν ουδείς

μήδε άνθρωπος η ζώο δεν χαλούσε το κενό,

και το όνειρο  κρατούσε  φωτεινό και αρμονικό



Μα να, ξάφνου χαρακώνει

διαπεραστική φωνή και ο χρόνος ξεκινάει

να κυλάει εμπρός γοργός,

και εικόνα να μου φέρνει  ότι ήμουνα εμπρός

σε αγέλη πεινασμένων ζώων,

που κοιτάζαν πως και πως

τι μερίδα θα αρπάξουν απ το κορμί το δυνατό.



Δίνω ΜΙΑ........ και αποκρούω το μπροστάρη αρχηγό

και η κλωτσιά  μου φοβερίζει το κοπάδι το τρανό.



Και εκεί που αναμένω τη σιωπή να ξαναρθεί

να με βρει η αρμονία και γαλήνη καθαρή,

η εικόνα που αλλάζει με πετάει δυνατά

μες τη μέση του πελάγου με μια βάρκα τρυπημένη

και από πίσω να ορμάνε να με φαν κακοποιοί

που τους έκλεψα νομίζουν, δόξα και χρήματα μαζί.



Ξυπνώ και είμαι ιδρωμένος......

στο κρεβάτι του σπιτιού και κοιτάω τρομαγμένος

μιαν εξήγηση να βρω για τον αζήλευτο εφιάλτη,

που μου χάλασε με βία της Σιωπής την Αρμονία!







Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ




Κύριε των Δυνάμεων!

Κύριε του Ελέους!

Δώσε βοήθεια και πνοή στ αχάριστα ανθρωπάκια,

να βρουν το Φως το αστραφτερό

που λάμπει πάνω απ τον γκρεμό!



Μια αχτίδα , μια αμυδρή ιδέα του φωτός σου,

δίνει νόημα και ζωή σ όσους βρεθούν εμπρός ΣΟΥ.



Απελπισμένοι απ τη βρωμιά

και το πολύ το πάθος,

σκύβουνε τότε για να πιουν νερό

απ τη πηγή του Ελέους.



Κύριε! Άκουσε το γιο του Αθάνατου ανθρώπου

που σε ξεχνάει ο μικρός, μες τη βουή του κόσμου

και χάνεται, πολλές φορές, σε ασήμαντες υποθέσεις

που του ζαλίζουν το μυαλό,

και την καρδιά του κλέβουν.



Κύριε! Δώσε δύναμη, δώσε πνοή και ελπίδα

να βρουν το μονοπάτι τους το χιλιοστολισμένο

που έχουν διαβεί ατελείωτοι πριν απ αυτούς ανθρώποι

και να ξεχάσουν οριστικά

τη γεύση του θανάτου,

που έχουν όλες οι μικρές, απολαύσεις του Πλανήτη.







ΤΑ ΟΠΛΑ    



Έσμιγε ο Ήλιος στα βουνά,

ακούμπαγε στα δέντρα

τα πάντα έλουζε απαλά καθώς τελειώναν  όλα.



Είχε μεγάλη και ένδοξη, περίτεχνοι πορεία

που τώρα τέλος έδινε σαν έκλεινε η μέρα.



Ανθρώποι τρέχαν βιαστικά

να κάνουν τις δουλειές τους,

να κάνουν έργα δυνατά που άλλους θα βοηθούνε

η να σπάσουν τα καλά δεσμά,

που διώχνουν και πετούνε

και να ραγίσουν το καλό και να το πολεμούνε.



Αν θες ειρήνη άνθρωπε  ΄τοιμάσου και πολέμα

μας λένε από χρόνια πια πολλά,

οι αρχαίοι πρόγονοι μας

γιατί τα όπλα τα καλά, τα όπλα τα ματωμένα,

έχουν δύναμη πολλή που διώχνει τα σημάδια

που τους πόλεμους διαλαλούν και τους διαιωνίζουν.



Μια ελπίδα δυνατή ομορφαίνει όμως την καρδιά μου,

πως κάποτε θα ΄ρθει καιρός και θα ναι σπάνια ώρα

όπου τα όπλα τα καλά, τα όπλα τα ματωμένα,

δεν θα χουν θέση στη ζωή

των ανθρώπων που γνωρίζουν,

πώς να κρατάνε μακριά τα σημάδια του πόλεμου.



Η λάσπη και τα αίματα θα ξεραθούν για πάντα!

δεν θα υπάρχουνε στη Γη άνθρωποι για πολέμους

να προτροπούνε δυνατά και να προπαγανδίζουν.



Οι άνθρωποι θα μάθουνε αν και αργά όπως πάντα

ότι τα όπλα  λύσουνε για λίγο υποθέσεις,

που έχουν βάσεις εγωιστικές

και απληστιά μυρίζουν.



Υπάρχει όπλο  δυνατό που λέγεται  Αγάπη

ΑΓΑΠΗ δίχως εγωισμό, που θα τα κάνει πράξη

τα όνειρα τα φοβερά που τα κρυφοκοιτάμε.



Που λεν για ειρήνη ατελείωτη, για αληθινή ευτυχία

για αδερφοσύνη ειλικρινή, που σπάει αλυσίδες

σε συνειδήσεις και καρδιές ώριμες να δεχτούνε

πως η αγάπη η αληθινή

στην πράξη  όταν χτυπιέται

διώχνει τον πόλεμο και τη φωτιά

και φέρνει τη Νέα Τάξη

όπου οι σχέσεις των μικρών θνητών

δένουνε με αρμονία

και του Θεού τη θέληση με ζήλο εφαρμόζουν

κάνοντας τον πλανήτη μας καράβι σωτηρίας,



πλέοντος στον ακύμαντο ωκεανό του Ελέους

που οι άνθρωποι ονομάζουνε ΣΥΜΠΑΝ και ΓΑΛΑΞΙΑ.







ΥΠΗΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ




Πάνω από τον κόσμο τούτο

που τη γη του την πατώ

βρίσκονται  Άγγελοι  Ωραίοι, ονειρεύτηκα εγώ!

που φυλάνε τους ανθρώπους από κάθε τι κακό



Είναι φύλακες προστάτες  κάθε ανθρώπου  και φυλής



Είναι Άρχοντες γενναίοι και υπηρέτες του καλού



Μα βλέπω εγώ  ένα αγγελάκι  με παράπονο  που ρωτά,

έναν άγγελο μεγάλο και ακούω μυστικά



΄΄Πες μου Αρχάγγελε  τι φταίει και είσαι μελαγχολικός

τι βαραίνει την καρδιά σου

και σου σκοτίζει το μυαλό;



΄΄Είναι οι άνθρωποι αγγελάκι που με κάνανε βαρύ!

που μου κόβουν τα φτερά μου όταν πάω εις τη γη.

Έχουν μίσος και απληστία , πάθος και εγωισμό πολύ,

δεν φοβούνται πια τα θεια, και ούτε σέβονται τη Γη΄΄



΄΄Γιατί όμως Αρχάγγελε μου σε σκοτίζουνε αυτά

είμαι μικρός  και δεν γνωρίζω τι θα πει να βοηθάς΄΄



΄΄Είναι οι άνθρωποι αγγελάκι  ομοιώματα θεού,

και εμείς είμαστε Υπηρέτες ,του κυρίου  Ιησού,

βοηθάμε τους ανθρώπους, μα δεν φτάνει μόνο αυτό,

πρέπει  και οι άνθρωποι να θέλουν να ανθίσει το ΚΑΛΟ΄΄.



΄΄Πες μου Αρχάγγελε  τι κάνεις και υπηρετείς εσύ

΄μήπως και σε βοηθήσω στην Αρχέγονη πνοή΄΄.



΄΄Είναι οι άνθρωποι  αγγελάκι  πλασίματα πολύ φθαρτό

 και νομίσουν πως θα ζούνε σαν εμάς, Αιώνια,

το ξεχνά συχνά-πυκνά, και πριν να το καταλάβουν

είναι το τέλος πια κοντά

.

Απ τα έργα θα κριθούνε, τα καλά η τα κακά!

απ΄ τις σκέψεις και τους λόγους που πετούσανε συχνά,

μα όταν θα τα αναπολούνε βράζοντας μες τη φωτιά

ίσως να αναρωτιούνται  γιατί δεν ΄κάναν το σωστό

που τους φώναζα με ζήλο, και υποδείκνυα σιωπηλός

στο εγωιστικό τους το μυαλό.



Είμαι φύλακας προστάτης και θα είμαι εγώ πιστός,

φίλος και Άγγελος του ανθρώπου

ώσπου να βρει το μονοπάτι,

που οδηγεί μόνο Εμπρός !!









Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ Η ΦΩΝΗ




                      Α





Πώς να περιγράψει η πένα στο χαρτί,

τα αισθήματα του ποιητή ;

τότε ακούει μια ΦΩΝΗ, να φωνάζει

΄΄ψιθυριστή΄΄



Άδικος ο καημός σου ποιητή

μια και είναι η πένα σου μικρή!



΄΄Στάσου για λίγο εσύ ΦΩΝΗ΄΄, βροντοφωνάζει στη σιγή!

΄΄Στάσου κοντά στον ποιητή΄΄!



΄΄Περαστική είμαι εγώ, σαν πεταλούδα

των βουνών΄΄



΄΄΄Στάσου για λίγο εσύ ΦΩΝΗ,

και δείξε λίγο την αρχή΄΄



΄΄Ίσως να μείνω για λίγο εδώ,

μα είναι το ρέμα δυνατό,

δεν θα τα αντέξω για πολύ,

και θα σου φύγω σαν πουλί΄΄



΄΄Στάσου κοντά μου εσύ ΦΩΝΗ,

και αν το ρέμα είναι δυνατό,

θα πάω εγώ για να το βρω

και να του κόψω την ορμή,

που μακριά σε παίρνει΄΄



΄΄Γνωρίζεις, μα δεν το τολμάς,

να βρεις το ρέμα το δυνατό,

που το ονομάζουν Εγωισμό,

και τα αυτιά σου κλείνει όταν χτυπάω  στη σιγαλιά,

και τα αισθήματα σου προσπαθώ, με πόνο, να καθοδηγώ΄΄



΄΄Βαριά κουβέντα είπες ΦΩΝΗ

μα έχεις το δίκιο σου μαζί,

και πες σε με τον ΠΟΙΗΤΗ,

ποια είναι η πρώτη προσταγή

και γω θα κάνω ότι μπορώ,

για να τηρήσω το σωστό΄΄



΄΄Έχεις θέληση καλή,

μα πρέπει να σαι Ηρακλής......

για να νικήσεις το θεριό,

που ονομάζουν Εγωισμό,

που με αδέρφια άλλα πολλά

με ονόματα φανταχτερά

όπως περηφάνια και οργή,

φόβος και ανησυχία καυτερή

σου τη βρομίζουν τη ζωή,

και τα αισθήματα σου τα καλά,

τα θάβουν στο βάλτο, πέρα μακριά!



Γι αυτό αποφάσισε καλά,

αν με ζητάς, να ΄μαι κοντά  και να οδηγάω τη ζωή

με δημιουργική πνοή

η αν θα γκρεμίσεις ακόμα μια τα μονοπάτια τα στενά,

και σκοτεινά τοπία΄΄.



                    Β



΄΄Τρέμω, φοβάμαι και κρυώνω

μα το γνωρίζω καθάρα

πως συ ΦΩΝΗ μου είσαι μόνη,

μια Ηλιαχτίδα της χαράς,

κοντά σου όλα απαστράφτουν,

και φαίνεται  ο Ήλιος πιο λαμπρός

και στο αιθέριο άκουσμα σου

παίρνω δύναμη ο φτωχός



Εμπρός λοιπόν, θα πολεμάω!

δώσμου όπλο δυνατό, τη σιωπή για να κρατήσω

και τη δόξα να ντυθώ

μια και στο τέλος θα νικήσω, το θεριό το δυνατό,

που αντρείωσα ο ίδιος, στο παρελθόν το μακρινό



Μα αν το μέλλον είναι θόλο,

είναι και το παρόν σκληρό,

γι αυτό σε ζητώ ΦΩΝΗ, να ΄σαι σύντροφος  παντοτινή

εις το κάθε μου αγώνα  που το ξέρω δεν γελώ

θα ΄ναι  με αίματα γεμάτος, και θρήνους γοερούς

σπαραγμοί και  μαύρο δάκρυ, θα χαράζουν τη καρδιά

καθώς η θέληση θα ανοίγει τα αυλακιά της Χαράς!

Να ΄σαι σύντροφος καλή μου,

μη μ΄ αφήσεις  πια ποτέ

και στις μάχες να μου λες τις αιώνιες Συμβουλές΄΄



                       Γ



΄΄Τράβα εσύ πολεμιστή μου

ποιητή και ανθρωπιστή μου

κάνε μάχες φοβερές

με τα τρομερά θηρία

που ονομάζονται ντροπές,

δώσε όλο σου το αίμα

από τούτη τη μορφή, για να διαλυθεί το θράσος

απ αυτές τις Ερινύες, και να πάνε μες τη Γη

μιας και χώμα πάει στο σώμα,

και ταιριάζουνε μαζί΄΄!



                      Δ



΄΄Ωιμέ τη συμφορά μου, που είσαι τώρα εσύ ΦΩΝΗ

που χρειάζομαι με πάθος ένα  ψίθυρο, μια συμβουλή.

με χτυπήσανε οι φίλοι στον εγωισμό πολύ!

και δεν άντεξα ο καημένος,

και ανταπόδωσα από την αρχή!

Δεν ήταν μια και δυο φορές

ήταν πολλές και πονηρές

και ξεχνώντας υποσχέσεις ,απασφαλίζω το κακό

το μαχαίρι το κοφτερό

που το λένε ομιλία, και ξεσχίζω εγώ τις σάρκες

με κουβέντες βουτηγμένες, σε πληγές μισανοιγμένες



Που ΄ναι η θέληση η καλή μου

φωνάζω Ε !  ΦΩΝΗ !!

μα εσύ είσαι χαμένη σαν γοργόνα βιαστική

που ναι τώρα η μαγεμένη

που ναι εκείνη η φωνή,

η θεόσταλτη απ τα βάθη της Αιώνιας Ψυχής΄΄.



Πόνος έτρεξε σιμά να του γιάνει τις πληγές

τις κακές και τις καλές και στο χρόνο που αναρρώνει

ακούει πάλι τη ΦΩΝΗ που του εξηγεί απλά



Πως πάντα δίπλα του θα είναι

και ήταν πάντα της μαζί

μόνο αυτός τις είχε κλείσει τα παντζούρια της μορφής

και επιπόλαια είχε ορμήσει να απολαύσει

ηδονή και απληστία που μαυρίζουν, την Αθάνατη Ψυχή.



΄΄Δεν μπορώ να μην γνωρίσω την αλήθεια σου ΦΩΝΗ,

και ζητάω και συγνώμη για το λάθος το πικρό,

μα στης μάχης τον καπνό, έχασα πολύ ηθικό.

Δεν ήταν μια, δεν ήταν δυο, ήταν ατέλειωτες φορές

που η αρχική μου ορμή  εναντίον των θεριών

έχανε το ακλόνητο το σφρίγος.

Με κερδίζαν λίγο-λίγο, και τη θέληση χαλούσαν

που είχα εγώ για το καλό,

και πριν να το ξανασκεφτώ,

έχανα μάχες, από κρυφτό!



Δεν το ήξερα ο καημένος και ας μου το έλεγες εσύ

πως τα θεριά με πολεμάνε όχι μόνο ανοιχτά

σε πεδία συνειδητά, μα και σε μικρές πεδιάδες

υποσυνείδητα βαθιά, και σου καίνε τα σπαρτά,

λίγα-λίγα τα θεριά

ως να κάμουν επιθέσεις ολομέτωπες, γεμάτες,

σε πεδία προσωπικά, αδελφικά, εργατικά, κοινωνικά

και ζητάν κάθε λεπτό , να σου πάρουν

την Ψυχή και το μυαλό, για να ρουφήξουνε

με πάθος καθετί το ζωντανό

που υπάρχει και αντλώ τη δύναμη, να τα πολεμώ.



Και αν προς στιγμή με διαμελούν !

και για αποφάγια με πετούν,

εγώ πετάγομαι ΟΡΘΟΣ, απ του Άδη  τα σκοτάδια

και ξεκινώ από την αρχή

με δύναμη αγνή και αληθινή

που μου έδωσε και πάλι

η μακάρια , ΑΤΟΜΙΚΗ  ΨΥΧΗ.







Η  ΣΙΩΠΗ




Μια  σιωπή αναζητάω

που δεν μοιάζει με καμιά.

σαν στολίδι να ομορφαίνει

να διασπάει , τη βρωμιά.



Σώπα-σώπα κι άκουσε την,

την ανώτερη Σιγή, που με δέος σε γεμίζει

και αρμονία αληθινή.



Στη ζωή της κάθε μέρας

που ναι οι θόρυβοι πολλοί,

θέλω ένα καταφύγιο , μακριά από τη βουή

που να δίνει ηρεμία  και ξεκούραση μαζί.



Το ζητώ, μα δεν το βρίσκω

γιατί θέλω τα πολλά,

μα εγώ χάνω και τα λίγα,

που ναι  πιο σημαντικά

όχι αυτά που διαφημίζει  η κοινωνία η μοχθηρή

αλλά αυτά που ψιθυρίζει , η αθάνατη  Φωνή

που μηνύματα μοιράζει,

απ΄ το ΠΝΕΥΜΑ, που πάντα – Ρει-.







Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ




Φώναζες όταν ήσουνα μικρός

πως τον κόσμο θα αλλάξεις

να μην είναι πια κακός.

Φώναζες όταν ήσουνα μικρός

πως το όνειρο θα κάνεις  πράξη σίγουρα ,

και έγινες έφηβος, θερμός.



Φώναζες  όταν ήσουν έφηβος

πως τον Ωκεανό, θα πιεις

και θα κινήσεις τα βουνά

με την θέληση σου, και μόνο μ αυτή

γιατί τον κόσμο θ άλλαζες

κατά πως θα θελε ο ΘΕΟΣ.



Αλλά ωρίμασες γοργά

για να αντικρίσεις τη ζωή

που ναι βαριά και ηδονική

και το τραγούδι το θεϊκό, το βρώμισε

η περηφάνια και η ψευτιά.



Που ναι τώρα ο ζήλος ο αρχικός

που έκαιγε στα στήθη σου βαθιά ;

που ναι το πάθος το λαμπερό

που σε οδηγούσε ως Άστρο Αληθινά

και είχες σημάδι εσύ ΚΑΛΟ;



Που είσαι πλάσμα εσύ μικρό,

γιατί μου χάθηκες χαμηλά

που ναι η θέληση  που είχες γευτεί

και ήθελες άλλοτε με αυτή, να την αλλάξεις τη ζωή



Γιατί στα μαύρα προχωράς

σαν να σαι θρήνος ανθρωπιάς

που σε πενθεί και αυτή βουβή,

μια και γνωρίζουν οι ψυχές

ποια είναι η αποστολή

του καθενός απ τους θνητούς,

γι αυτό λυπούνται  και όλοι αυτοί

γιατί τους πρόδωσες ;  Γιατί ;



Μήπως σου ζήτησαν πολλά

μήπως κάτι τρομερό

που δεν μπορούσες να δεχτείς ;



Πες μου εσύ δεν είσαι αυτός

που ορκιζότανε προχθές,

πως θα αλλάξεις τη ζωή,

και θα την κάνεις λαμπερή



Εσύ δεν είσαι ποταπέ

μικρέ, ολιγόψυχε, φτωχέ!

που σου διαλύσαν τα μυαλά

τα ανθρώπινα , ΟΧΙ τα θεϊκά

με χίλιες μικροηδονές

εχθροί αόρατοι σε Σε

μα αιώνες τώρα  υπαρκτοί,

που έχουν ρίζες αρχικές

πίσω, σε Κοσμικές Σκιές

και σου λερώνουν  πονηρά

όνειρα και ελπίδες δυνατά

για ένα μέλλον θεϊκό

με φόβους, και ενοχές απ τα παλιά



Σταμάτα τούτη τη ροή

βαλε τον όρκο απ την αρχή

γιατί η ζωή είναι απλή

αλλά θέλει απάντηση καλή,

η θα τη ζήσεις δυνατά

αγνά  και θεϊκά, σωστά

η τη σιωπή της λησμονιάς

διάλεξε , Άστρο ξαστεριάς.





Η ΠΡΑΞΗ




Απορία  έχω δυνατή

που με καταδιώκει,

γιατί γνωρίζω το Καλό

μα το καταπατώ



Πέστε μου φίλοι μου καλοί

πέστε μου άνθρωποι Σοφοί

που να γυρέψω ο άμοιρος

βοήθεια και γνώση



Θέλω να γίνω δυνατός,

να γίνω Πούλια και Αυγερινός

να δίνω ευτυχία άπλετη

και να ΄μαι εγώ γεμάτος

από ελπίδες άφθαρτες  και θεικοφτιαγμένες



Επιμονή  χρειάζεται,

γαλήνη και Αγάπη

ακούω να μου τραγουδούν

στου ύπνο το κρεβάτι

και νιώθω  τότε αληθινός

και δυνατός σαν βράχος



Μα σαν ξυπνάω το πρωί

οι συμβουλές χαθήκαν

και είναι η διάθεση έρμαιο

θέλησης-Φαντασίας

που κουβαλώ  απρόθυμα

και τρέχω μες την ύλη



Γνωρίζω νόμους Κοσμικούς,

γνωρίζω θεέ μου…πόσα ;

Μα τόσα πολλά και αν έμαθα

μονάχα ένα ξέρω


πως γνώση θεωρητική

καμιά δεν έχει αξία

γιατί αν δεν είναι  πρακτική,

δεν φέρνει ευτυχία.





Ο ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ




Βλέπεις ορίζοντα μακρύ

που χάνεται εκεί μακριά

λες και ακουμπάει σε θαλασσιά ;

Βλέπεις εκείνα τα Στενά

ανάμεσα από νησιά

που αγέρας τα κυριαρχά ;



Βλέπεις τοπία φοβερά

με αρμονία και αρχοντιά

να γλυκαίνουν την καρδιά

χαρίζοντας ευδαιμονία ;



Κάπου-κάπου στη ζωή

η ησυχία, η τρομερή

σε βγάζει απ τη θολή στροφή

που σε περικυκλώνει.



Σαν χάνεσαι καθημερινά

μες στα στενά τα σκοτεινά,

έχεις ορίσει από παλιά

πόνο και οδυρμό πολύ,

να σε οδηγάνε στη ζωή



Κάπου νομίζεις σταματά

ο χρόνος να κυλά γοργά

και οι στιγμές  σου οι μικρές

παίρνουν μέγεθος οι σαθρές.



Χάνεσαι πάλι απ την αρχή

μες την εγωιστική ζωή,

καθώς μορφή  χτυπά μορφή

και το σκοτάδι είναι βαρύ

πάνω στην καθημερινή  ζωή,

που σου χαλά σιγά-σιγά

τα οικοδομήματα  τα αληθινά.



Μια επιθυμία εγωιστική,

μια σκέψη αρνητική,

μια λέξη  παραπάνω,

είναι αρκετά να ξέρεις φτάνουν

για να σβήσουν τη ΦΩΝΗ.



Διώξε τώρα την ομίχλη

που σε ρίχνει χαμηλά

και οδηγός φωτός να γίνεις

να σκοτώνεις τα θεριά,

που ονομάζονται αμαρτίες

και διαλύονται σαφώς

όταν ο βράχος τα χτυπάει

του Αθάνατου ΦΩΤΟΣ.



Δώσε φως ψυχή μου τώρα!

Για να γίνω μαχητής,

και ορίζοντα να έχω

του διαστήματος το χάος


που θα οργώνω με σοφία

με οδηγό την αρμονία

που χαρίζει ο Θεός,

ο Μοναδικός Σοφός.







Ο ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ




Ζητάω φωτιά!

Ζητάω φωτιά!

Για σύντροφο και φίλο.



Ζητάω φωτιά!

Ζητάω φωτιά!

Για φύλακα προστάτη.



Ζητάω φωτιά!

Ζητάω φωτιά!

Και την Αγγελική τη Σπάθη!

Που σαν ρομφαία   εξαγνισμού το άδικο θα κάψει. 



Ζητάω φωτιά!

Ζητάω φωτιά!

Και στα στοιχειά τα πλανερά

που σε κολλάν σιχαμερά σαν βδέλλες μες τα δάση

σαν λίγο δούνε άνθρωπο που  πάει να τα μοιάσει.



Ζητάω φωτιάς να ΄μαι οδηγός

να ΄μαι πολεμιστής Καλός !!!

πολεμιστής μέσα στο ΦΩΣ

πολεμιστής ΑΓΑΠΗΣ.







Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ




Κοίτα φίλε μου ανθρώπους

που μαζεύτηκαν στη Γη…

Κοίτα φίλε διαφορές

όταν βλέπεις τις μορφές.

Κοίτα φίλε και αρμονία

που είναι πίσω από όλα αυτά.



Είναι διάφοροι οι ανθρώποι.

Είναι και μοναδικοί,

γιατί αν η σάρκα ξεχωρίζει

στην ζωή την πρακτική

είναι η ψυχή που μας ενώνει

και η αιθερική μορφή



Σάρκες, κόκαλα και αίμα

δεν νομίζω ότι είμαι ΕΓΩ

καθώς Πνεύμα είμαι..........Πνεύμα,

και δεν είμαι μοναχός.







ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ




Ω! Ψυχή , μακάριο τέκνο είσαι Εσύ

της ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ  η δόξα.



Ω! Θεϊκέ μου λυτρωτή

το μονοπάτι το μικρό

με αγκάθια πλουμισμένο

θα το διαβώ -το-ομολογώ-

με πίστη και με μένος.



Σαν ψάχνω εγώ για να σε βρω

πάλι εκεί σε βρίσκω

σαν κέντρο Σύμπαντος θαρρώ

που πάντα επιστρέφω.



Αιώνια και Αθάνατη

ΨΥΧΗ δεν είσαι μόνη

στα μονοπάτια τα στενά

που δεν χωρά βελόνι,

αλλά αιθέρας προχωρώ

και σαν βοριάς ουρλιάζω

τον πόνο τον ανθρώπινο

όταν τον ξεπερνάω.



Σαν βγαίνω βόλτα να σε βρω

στου ουρανού το χάος

έχω οδηγό μου δυνατό

της διάνοιας το φάρο,

και όταν σε βρίσκω στη στιγμή

εγώ στιγμή δεν χάνω,


και σε τραβώ για ψάρεμα

στου ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ  το βάθος

να ψάχνουμε μες τη  σιωπή

να βρούμε τη σοφία ,

που δίνει η Ενόραση

πηγή της Αρμονίας.







ΑΓΩΓΟΣ ΦΩΤΙΑΣ




Τι είναι ο άνθρωπος, Ρωτώ ;

μην είναι πέτρα στο βουνό ;

η βοτσαλάκι στο γιαλό ;

η μήπως είναι αητός

που πετάει μοναχός ;



Τι θα ήθελα σκεφτόμουν

να πετύχω στη ζωή.

Τι θα ήθελα ο φτωχός

ο μικρούλης ο θνητός.



Μα τι με ρωτώ εμέ, τι θα ήθελα για με

και δεν σε ρωτώ και Σε

συνοδοιπόρε ΑΔΕΡΦΕ ;

Μήπως γιατί με θωρώ, πως είμαι ξέχωρος  Εγώ

και δε με νοιάζει  πως ποθείς

το μονοπάτι της ζωής;



Είναι πλάνη φοβερή, λένε όλοι οι Σοφοί

που συνεχώς σε κυνηγά,

του χωρισμού η απονιά

και η γνώση η λειψή…βοηθά!

να διαιωνίζεται η αμαρτία ,η τρομερή.



Μα το βλέπω ο μικρός

εγώ……..ο κατώτερος εαυτός

πως μέσα στα καθημερινά όλοι ζούμε εγωιστικά

και ψάχνω και αναζητώ

ιδανικό να κρατηθώ!



Και ρωτώ λοιπόν εσάς οικοδομήματα ψευτιάς,

σας ρωτώ και όμως το ξέρω

πως απάντηση μικρή, θα μου δώσουν   

οι μορφωμένοι και οι πολιτικοί.



Απαντήσεις δίχως τέλος,

δίχως  νόημα καλό, που προβάλουνε σε νέους

της ελπίδας τον αφρό,

έχουν μικρό ιδανικό

που το κάνουν μαγικό

όπως με μάγεψε και Με

και με πλάνεψαν οικτρά, τα σκουρόχρωμα νερά



Δεν ρωτώ πια τους ανθρώπους

Δεν ρωτώ πια τους πολλούς!

αλλά ψάχνω και ρωτάω τους Αθάνατους Σοφούς

που σου δίνουν ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ σαν ζητάς ιδανικό

και σου δίνουν και ΑΓΑΠΗ τον μεγάλο το γιατρό

που γλυκά καταπραΰνει τις πληγές των τολμηρών.



Τι να ήθελες, Ρωτάς ;

μαχητή της ανθρωπιάς

……………………….

Γίνε, ΑΓΩΓΟΣ ΦΩΤΙΑΣ !

σου απαντούν μες τη σιωπή

οι ολιγάριθμοι …Σοφοί.



 

Η ΕΛΠΙΔΑ




Σε μια στιγμή, σε μια νυχτιά

σαν όνειρο ελπίδας

αντάμωσα τον ΜΟΝΑΔΙΚΟ

ΘΕΟ ΤΩΝ ΑΘΑΝΑΤΩΝ.


Αιώνιος και Άφθαρτος,

Αιώνιος και Αιώνια ,

νόμιζα πως με κοίταζε,

και όλο φωτιά σκορπούσε



Ήτανε Όλος μια ΦΩΤΙΑ

ήταν ΝΕΡΟ κι ΑΕΡΑΣ

ήταν και ΓΗ ολοστρόγγυλη

που όλο κύκλους κάνει



Τα αστέρια ,τα διαστήματα

στολίδια είναι δικά  Του

και ο Ήλιος ο καυτός

ανταύγεια της ΦΩΤΙΑΣ Του.



Δεν μου μιλά ο ΑΙΩΝΙΟΣ

παρά  μου δίνη λάμψη,

καθώς του ζήτησα σωστά!!

μες της στιγμής την έκσταση

ΦΩΣ και ΦΩΤΙΑ Αθάνατη

που τις σκιές να κάψει

που τριγυρνούνε φοβερές

πάνω από ανθρώπινες μορφές.







Ο ΧΡΟΝΟΣ




Μέσα στον χρόνο υπάρχουν πάντα

κύκλοι που τάξη σε γεμίζουν.

Ναι, οι εποχές που προσπερνούν

μες στη ζωή μου φτερουγίζουν



Καλή η Άνοιξη και ο θέρος

καλός εκείνος ο Χειμώνας.

Όμως αυτό που με τρομάζει

είναι σαν πιάσει ο Οκτώβρης,

που σε τραβά στην κατηφόρα.



Χτυπά η βροχή

φυσά ο αέρας

χλωμή του Ήλιου είναι η λάμψη

και εκεί που ήσουνα αιθέρας

και τριγυρνούσες μες του καλοκαιριού τη βράση

χάνεις το σθένος του αναβάτη

και προχωράς σαν το διαβάτη.



Δεν σας μιλώ για παραμύθια.

Δεν σας μιλώ ονειρικά

γιατί ρωτήστε να σας πούνε

για του Οκτώβρη  την Πνοή

και όλοι θα παραπονιούνται

πως ΄χασαν δύναμη και πάθος

που τους κινούσε τη ζωή.



Ο χρόνος ρέει σιωπηρά

μα στον Οκτώβρη σταματά

και νομίζεις κοροϊδεύει

τη μικρή μας τη καρδιά

που με δέος τον κοιτάζει

και με κοφτερή ματιά



Όλοι θέλουν να περάσει

ο Οκτώβρης ο μακρύς

και στις μάχες δεν τολμάνε

να σταθούνε συνετοί

παρά μόνο  όλοι κοιτάνε

το ρολόι το μικρό

και με επίκληση ζητάνε

να περάσει βιαστικός.







ΕΚΕΙΝΟΣ




Βλέπω τα πεύκα του βουνού

βλέπω τα άστρα του ουρανού,

ακούω αγγέλους να  γελούν,

καθώς γυρνώ πάνω στη Γη

και αντικρίζω τη ΖΩΗ,



Μένω έκθαμβος, από ΕΚΕΙΝΟΝ…!!!

τον μοναδικό ΘΕΟ,

ήλιοι, αστέρια και πλανήτες

όλα είναι  σε αρμονία

μόνο οι άνθρωποι μονάχοι

είναι σε παραφωνία



Μες στον κόσμο μας χαμένοι

τρέφουμε μόνο τον εγωισμό

και αδιαφορούμε  πάντα

σε αυτοθυσίας πράξεις

που προστάζει το ΕΓΩ.



Όλα τα όντα του πλανήτη

είναι εκδήλωση ΘΕΟΥ.

Μην παραπατάς  τις πέτρες,

μην τσακίζεις τα φυτά,

μην βωμολοχάς στα ζώα,

μην υβρίζεις τα στοιχειά.

Να προσέχεις τους Αγγέλους

που το Φως  Του κουβαλούν,

και να σέβεσαι Αυτούς

τους Αρχαίους Διδασκάλους

που ως και αυτοί  μαζί με μας

είναι άνθρωποι , Ηλιακής Χαράς!



Πολεμιστές και υπηρέτες

μαζεμένοι όλοι ΕΚΕΙ,

και όμως παντού διασκορπισμένοι

στου πλανήτη τη μορφή.



Έχουν μέλλον για αυτόν

και δουλεύουν σωρηδόν,

πέφτουν κάτω που και που

καθώς τρέχουν και πονούν

μα το μέλλον το καλό

το έχουν όραμα λαμπρό.



Ένα μέλλον δίχως μίση

δίχως πόλεμους και οχτρούς

δίχως πείνα στον πλανήτη

δίχως αρρώστιες να πονούν

δίχως έγκλημα στους δρόμους

δίχως ψεύτες  πολιτικούς

και ναρκωτικών νονούς,

δίχως εκκλησίες  σάθρες

που σκουλήκια σε κερνούν.



Θα υπάρχει ΑΔΕΛΦΟΣΥΝΗ

ανθρώπων όλων των φυλών

θα υπάρχει αρμονία μεταξύ και των εθνών

θα υπάρχει μας το λένε

και δημοκρατία αληθινή

και εκκλησία δυνατή

με όραμα ,που θα κρατεί.



Λίγα λένε για αυτά

και δεν είναι μόνο αυτά

και το πιο σημαντικό το τονίζουνε απλώς,


πως εμείς  είμαστε αυτοί

οι άσωτοι υιοί .....Θεού

που θα αλλάξουμε τον κόσμο

για να γίνει ΦΩΤΕΙΝΟΣ!!!



 

ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ






Έχεις νιώσει στα κοντά

πως είναι μέγα ομορφιά

να τη σωπαίνεις τη μορφή

για να ατενίζεις τη  ΖΩΗ.



Μα βρυχάται δυνατά,

σαν λιοντάρι που πεινά,

και δεν νοεί πως στα κοντά

πρέπει να πάψει να πεινά!



Δε σ αφήνει,

δε σε πονά,

δε σου δίνει πια χαρά,

μα σε κρατά εκεί κοντά

μες στα βρώμικα νερά.



Μιας και έχεις θέληση μικρή

και δεν μπορείς να αντισταθείς.



Άγχος και θόρυβος πολύ

την ικανοποιούνε τη μορφή

μα η αλήθεια είναι Αυτή,



Πως το τέλος της θα ρθει

και σαν κάμπια θα αλλαχτεί,

Πεταλούδα…να γενεί!



 

ΤΟ ΟΡΑΜΑ




Πάνω από τον κόσμο όταν πετάς

και τους ανθρώπους τους κοιτάς,

βλέπεις πράγματα αλλιώς,

όχι σαν κοινός θνητός.



Βλέπεις οράματα και μέλλον,

βλέπεις κόσμους θεϊκούς ,

βλέπεις όντα φωτεινά

που σε καλούν να πας κοντά.



Μα το αμάρτημα αυτό

δεν με αφήνει ,δεν μπορώ,

αλυσίδες  χωρισμού

σε κρατούνε μακριά

από τα όντα τα λαμπρά



Είναι κόσμος και αυτός

μόνο που είναι πιο ΑΓΝΟΣ,

είναι τόπος της χαράς

της Αγάπης , της καρδιάς,

είναι πάντα μες το φως,

είναι ΗΛΙΟΣ  Κεντρικός.



Προσπαθώ να κρατηθώ

να πιαστώ από το Αγνό

μα τα χέρια μου γλιστρούν 

και τα νύχια μου πονούν.



Είμαι βρόμικος , βαρύς,

είμαι εγωιστής πολύς,

δεν μπορώ να κρατηθώ

δεν μπορώ να προσπαθώ!



Μόνο να ζητώ μπορώ,

μόνο να παίρνω εγώ νερό

μόνο να κοιτώ για με

χωρίς κούραση, Ωιμέ!!!



Μα να ο Ήλιος, ο λαμπρός,

ακούραστος και θεϊκός,

ακτινοβολεί στο μονοπάτι

ΕΜΠΡΟΣ.....







ΕΓΡΗΓΟΡΣΗ




Κάθεσαι μόνος στη νυχτιά

και η αδράνεια σε πολεμά



Συνείδηση, δεν αγρυπνεί

και το νόμο τον σοφό, καταπατεί



Θα πολεμήσεις στα κοντά

η θα δωρίσεις τα φτερά;



Μα τι ζητάς απ τη ζωή

και την αφήνεις αδρανή



Τρέχα και πιάστης τα μαλλιά!

Τράβα στη  δράση, στη φωτιά!

ΤΩΡΑ ξεκίνα το αυτό

και κάντο να ΄ναι σταθερό!



Δεν με ακούς εσύ !  Κουφέ !

Κάθεσαι σε κενό μικρό

και είσαι υπεύθυνος γι αυτό.



Δεν με ακούς που σου μιλώ

και σε καλώ μες στο κενό



Δεν με ακούς φθαρτή μορφή

που αδρανείς μες στη  σιγή

στην υγρασία της νυχτιάς

λες και σταμάτησε η Γη

περιφορές να εκτελεί.



Τι με κοιτάς που σου μιλώ

και είσαι όλος εγωισμό



Ω!  Πως νευριάζει το φθαρτό,

το πρόσκαιρο σκεύος του ΕΓΩ,

που το υποδείχνω αληθινά

την αδράνεια που το περιτρυγυρνά,

και προσπαθεί γλυκά-γλυκά

να καπηλευθεί με πονηριά

τα άσπρα, ολόλευκα φτερά!!!



Δράσε  στη λάσπη , σε καλώ!

Δράσε στο χώμα , στο νερό!

Δράσε  στου ανέμου τη βροντή

και να πιαστείς απ ότι καλό

αγνό και αμόλυντο ΛΕΥΚΟ!



ΝΑΙ! Το ομολογώ - μα τον Αιώνα -

κάλλιο διαμάντι, λασπωμένο

παρά βραχάκι….. φωτισμένο.







ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΥΛΗ




Μα ποιος είμαι ; Τι ζητώ ;

Γιατί στο σώμα τούτο ζω

ποιος με έβαλε  χαμηλά

μες σ αυτή τη σκοτεινιά !



Εγώ ήμουνα ΘΕΟΣ.

Ήμουν Πνεύμα του Φωτός!

Εγώ ζούσα στα ψηλά

τι γυρεύω χαμηλά,

μες σε τούτη τη βρωμιά ;



Μην και είμαι εγώ φθαρτός ;

μην και είμαι υλικός ;

μήπως είμαι οι γρατσουνιές,

οι πληγές και οι βρωμιές,

που το σώμα τούτο δω

απαιτεί να μεριμνώ ;



Μήπως είμαι οι ορέξεις

της ηδονής και της τροφής ;

μήπως είμαι επιθυμίες

απληστίας ή οργής ;

μήπως είμαι κτητικός,

εγωιστής η ταπεινός ;



Μήπως τότε με ρωτώ

είμαι ΥΛΗ δίχως σκοπό !

δίχως αισθήματα αγνά,

δίχως κανάλια μουσικά



Γιατί τότε εγώ πονώ

γιατί δεν βρίσκω

μέρος να σταθώ

ούτε ανθρώπινη φωνή

που να μερέψει την οργή



Δεν μπορώ!!!

Δεν μπορώ να το δεχτώ

πως Πνεύμα ήμουνα αγνό

και τώρα σκλάβος υλικής

και απαιτητικής μορφής.



Καλώ βουνά!

Καλώ Αυτούς!

Καλώ τους Δώδεκα Θεούς!

Καλώ Αγγέλους Φωτεινούς!

Καλώ Ημίθεους Αγνούς!

Καλώ Δάσκαλους και σοφούς!

Καλώ τα πνεύματα της Γης,

του Αέρα, της Φωτιάς και της βροχής!


Καλώ και τον ΜΟΝΑΔΙΚΟ

τον ΑΙΩΝΙΟ ΘΕΟ!



Να  μου είναι παραστάτες,

βοηθοί  και συνεργάτες

και την ύλη την βαριά να την πλάσσω θειικά,

μες στην κάμινο που ζει

η κατώτερη μορφή!